Πέμπτη 11 Δεκεμβρίου 2008

Ο ΔΕΚΑΕΞΑΡΗΣ ΜΕΣΑ ΜΟΥ

ΠΡΟΣ ΚΑΘΕ ΕΝΑΝ ΠΟΥ ΤΟΝ ΑΦΟΡΑ

Δεν μπορείτε να καταλάβετε. Ή, μάλλον, δεν θέλετε να καταλάβετε. Ή, το πιθανότερο, υποκρίνεστε πως δεν καταλαβαίνετε.
Υποκρίνεστε πως δεν καταλαβαίνετε το γιατί είμαστε στους δρόμους και πετάμε πέτρες στις βδέλλες τράπεζές σας, στις ξεπουλημένες –πρώην- δημόσιες «υπηρεσίες» σας και στα πολυκαταστήματα της καταγέλαστης εικονικής ψευδοευημερίας σας (που δεν έχετε καν τα χρήματα να την αγοράσετε). Αλλά και στα μαντρόσκυλα-μπάτσους σας, που προστατεύουν όλα τα παραπάνω.
Αφού μάς στήσατε μια «ζωή»-φάκα, γεμάτη από αβεβαιότητα, μιζέρια, ποντικοτρεχάλα, ανουσιότητα, μια «ζωή» που σκοπεύετε να την ρίξετε σαν ταφόπλακα επάνω μας μόλις «ενηλικιωθούμε», υποκρίνεστε πως «δεν καταλαβαίνετε» τό πώς είναι δυνατόν να… μην συναινούμε πρόθυμα.
Το αν παριστάνετε απλώς τους ηλίθιους, ή αν είστε πραγματικά ηλίθιοι, ποσώς με ενδιαφέρει. Δεν είμαι ούτε ψυχαναλυτής σας αλλά, ούτε και έχω άλλον χρόνο να ξοδέψω για σας. Αρκετά χρόνια από την πολύτιμη νιότη μου σπατάλησα επειδή με είχατε σχεδόν πείσει ότι το πρόβλημα ήταν με μένα. Ενώ, τώρα έχω πλέον κατανοήσει ότι οι προβληματικοί, οι ψυχικά σακάτηδες, οι ανέραστοι, οι χαμένοι, οι κομπλεξικοί, οι μαλάκες, είστε εσείς.

Υποκρίνεστε πως δεν καταλαβαίνετε πώς είναι δυνατόν να αντιδρώ, όταν πρέπει να ξυπνάω από τα χαράματα για να σπαταλήσω έξι ώρες από το πολύτιμο -και συνήθως ηλιόλουστο- πρωινό μου σε ένα σχολείο, στο οποίο ούτε εσείς δεν πιστεύετε πλέον και το οποίο, ως θεσμό, υπονομεύετε συστηματικά. Και αμέσως μετά, το απόγευμα, να τρέχω να κλειστώ για τρεις ώρες σε ένα μίζερο φροντιστήριο (παρεμπιπτόντως, το «φροντιστήριο» είναι όρος της αρχαίας αττικής κωμωδίας και σημαίνει «σχολείο για ηλίθιους»), έναν (παρα)θεσμό, τον οποίο δημιουργήσατε ακριβώς για να δικαιολογήσετε και να διαιωνίσετε τη εσκεμμένη διάλυση του κανονικού σχολείου. Και τις υπόλοιπες ελάχιστες ώρες που απομένουν, να πρέπει να γαμηθώ για να κάνω την σχολική «δουλειά για το σπίτι», μια αντιπαιδαγωγική, αντιεκπαιδευτική και αντιμαθησιακή πρακτική, που έχει πλέον εγκαταλειφθεί σε όλες τις χώρες του πολιτισμένου κόσμου. Δεν πάτε καλύτερα να γαμηθείτε εσείς λέω ’γω; Όλοι εσείς, που ως γονείς από τότε που ήμουν στο δημοτικό ακόμη σχολείο, παραπονιόσαστε στις δασκάλες όταν δεν μου ανέθεταν πολλή «δουλειά για το σπίτι», γιατί φοβόσασταν (σαν αγράμματοι που κατά βάθος είστε) μην… μείνω αγράμματος. Δεν πάτε, λέω, να γαμηθείτε, μήπως και δούμε καμιά άσπρη μέρα;
Αλλά μήπως και τα σαββατοκύριακα μου, μού τα έχετε αφήσει να τα διαθέτω όπως δικαιούμαι και όπως με γεμίζει; Αφού και τα πρωινά του Σαββάτου, πάλι στο… φροντιστήριο πρέπει να τη «βγάλω». Αλλά και τα απογεύματα της Κυριακής πρέπει να «διαβάσω τα μαθήματά μου». Ενώ, σε όλες της χώρες της Ε.Ε. και του άλλου πολιτισμένου κόσμου, μόλις λήξει το σχολικό ωράριο οι έφηβοι και οι έφηβες πετάνε την σχολική σάκα και βγαίνουν στις πλατείες, για να τα πούν, να αστειευτούν, να χαβαλεδιάσουν, να ονειρευτούν, να κοκορευτούν, να πειραχτούν, να γκομενίσουν, να χουφτωθούν. Και αξίζει να σας υπενθυμίσω ότι τα παιδιά αυτά είναι πολύ πιο ψηλά στις διεθνείς σχολικές αξιολογήσεις από τα δικά σας, δηλαδή εμάς.

Αλλά, ας υποθέσουμε ότι αξίζει να θυσιάσω τα χρόνια της εφηβείας μου για το «μέλλον» μου. Για το οποίο δεν σταματάτε να μού κοπανάτε αγχωμένα ότι πρέπει να προνοώ «από τώρα που είναι ακόμα νωρίς». Πότε θα αποκτήσετε επιτέλους την υπευθυνότητα και την ωριμότητα για να μού περιγράψετε ποιό στην ευχή είναι αυτό το «μέλλον»; Γιατί εγώ δεν βλέπω τίποτα τέτοιο. Το μόνο που βλέπω είναι ανθρώπους που εκπληρώνουν τα πρότυπα που προπαγανδίζετε εσείς, πτυχιούχους, και μή, να δουλεύουν για λίγα ψωροευρώ (συνήθως μετά από μεγάλα περιοδικά διαστήματα κρατικά μεθοδευμένης ανεργίας) και τα ατάλαντα «βύσματα» (που τούς γονείς τους εσείς οι ίδιοι ψηφίζετε για να υποκλέπτουν τις περίοπτες θέσεις εργασίας από τα παιδιά σας) να βολεύονται χωρίς να χρειαστεί καν να βρέξουν τα πόδια τους.
Το μόνο που βλέπω είναι ότι αυτή η νεοβυζαντινή χώρα που έχω εγκλωβιστεί, συνεχώς μοστράρει μια φτιασιδωμένη πρόσοψη «ανάπτυξης» και μια κάλπικη ρητορεία «ελπίδας», που πείθει μόνο κάτι αφελείς και διανοητικά καθυστερημένους σαν κι εσάς. Κάτι μοσχάρια (σαν κι εσάς) που τά έχουν μπάσει για τα καλά σε ένα στημένο παιχνίδι, αυτό που οι αρχαίοι Έλληνες (των οποίων κομπορρημονείτε –τρομάρα σας- ότι είστε απόγονοι) αποκαλούσαν «ανεξέταστον βίον». Ζείτε μια ζωή που δεν είναι δική σας, που άλλοι την έχουν προαποφασίσει, μια ζωή που μοιάζει - ή, καλύτερα, είναι- μια αγχωμένη μαλακία, στην οποία θέλετε να μπάσετε κι εμάς. Κι αυτό το θέλετε μόνο και μόνο γιατί είστε παραιτημένοι, ηττημένοι, losers, μοιρολάτρες, ραγιάδες, είστε (όσο κι αν σφυράτε αδιάφορα) ναυάγια της ζωής που βγάζουν όλον τον κομπλεξισμό τους, όλη την αποτυχία της άθλιας ζωής τους, όλα τα διεστραμμένα απωθημένα τους, στα ίδια τους τα παιδιά.
Αυτό που κατεξοχήν βλέπω είστε εσείς οι ίδιοι, που μηρυκάζετε ένα προκάτ «μέλλον» για εμάς, την ίδια στιγμή που θα έπρεπε να κοιτάτε στον καθρέφτη την κατάντια στην οποία σάς οδήγησαν χωρίς να το καταλάβετε. Ψηφίζετε αυτούς που σας εξαπατούν και παρ’ όλα αυτά συνεχίζετε, σαν γνήσιοι θρησκευόμενοι, να ελπίζετε. Η εκκλησία σας, ο ύπουλος ποιμένας τής αρρωστημένης ψυχής σας, υπεξαιρεί την δημόσια περιουσία, αλλά εσείς … «το μοναστήρι να ’ν’ καλά». Πληρώνετε για δημόσια υγεία και ταυτόχρονα αδειάζετε την τσέπη σας για να κάνετε ιδιωτική ασφάλιση. Δουλεύετε σαν τουρκοκρατούμενοι ραγιάδες, απλήρωτοι και ανασφάλιστοι, «μορφώνεστε» από τις μπατσοεφημερίδες σας, «υπάρχετε» μόνο μέσα από τα κωλορηάλιτυ τηλεσκουπίδια, και μετά έχετε το θράσος να απαιτείτε να δεχτούμε τις –χρεωκοπημένες - συμβουλές σας και να πάρουμε στα σοβαρά την –ανύπαρκτη- «εμπειρία» σας από τη ζωή. Μα αφού είστε παντελώς αναξιόπιστοι! Αφού δεν φροντίσατε (κι ούτε θέλετε) να μάθετε τί είναι ζωή. Γιατί η ζωή είναι αυτό που μάς στερείτε καθημερινά, η ζωή είναι αυτό που θέλουμε να ανακαλύψουμε και να προφυλάξουμε, η Ζωή είναι αυτό που πυροβολείτε επάνω μας.

Μήπως εξακολουθείτε να νομίζετε ότι βγήκαμε στους δρόμους απλώς επειδή άλλος ένας σεξουαλικά ανίκανος μπάτσος, τράβηξε το πιστόλι-προέκταση του ανενεργού πέους του και την «άναψε» σε έναν συμμαθητή μας; Είστε αθεράπευτα μαλάκες αν νομίζετε κάτι τέτοιο: όλοι (εκτός από εσάς, που θέλετε να ξεχνάτε) γνωρίζουν ότι τέτοια περιστατικά συμβαίνουν τακτικότατα στην τριτοκοσμική βρωμοκοινωνία, που έχετε φτιάξει. Αλλά αυτή ήταν απλώς η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Δεν φτάνει που μας εμποδίζετε να μορφωθούμε, να βρούμε μια στοιχειωδώς δημιουργική και στοιχειωδώς αμειβόμενη εργασία, να απολαμβάνουμε στοιχειωδώς αξιοκρατικών κοινωνικών, επαγγελματικών κλπ. κριτηρίων, να ζούμε σε μια κοινωνία Πρόνοιας (αφού έχετε διαλύσει την Παιδεία και την Υγεία), δεν φτάνει που μάς έχετε αποκλείσει κάθε πιθανότητα μιας στοιχειωδώς αξιοπρεπούς ζωής, δεν φτάνει που μάς έχετε προκαταβολικά γαμήσει κάθε άξιο να τό προσπαθήσουμε μέλλον, τώρα οι μπάτσοι σας, αν κάνουμε κιχ, μάς πυροβολούν κι από πάνω!

Έχετε υποκαταστήσει κάθε έννοια αληθινής ζωής με μια αντίστοιχη παρα-έννοια κιβδηλότητας. Σας χαρίζω, λοιπόν, την ελεεινή νεκροζώντανη «ζωή» σας, την (παρα)οικονομία σας, τις (παρα)τράπεζές σας, την (παρα)εργασία σας, το (παρα)κράτος σας, την (παρα)παιδεία σας, την (παρα)ϋγεία σας, τον (παρα)αθλητισμό σας, τον ανάπηρο (παρα)ερωτισμό σας. Σας γαμώ την νεοελλάδα σας, τους παπάδες σας, τους μπάτσους σας, τους βοσκούς-κομματάρχες σας, είμαι δεκαεξάρης και σας γαμώ τα λύκεια, γαμώ το «μέλλον» που μας επιφυλάσσετε, γαμώ το κεφάλι σας και ό,τι σκατό έχει μέσα, γαμώ την πολυπόθητη κοινωνική σας «γαλήνη», η οποία δεν διαφέρει σε τίποτα από σιγή νεκροταφείου. Δεν μπορείτε να μας σταματήσετε ακόμα κι αν ξαμολήσετε όλους τους πληρωμένους παιδοκτόνους σας, ακόμα κι αν μας διαβάλετε με όλους τους προβοκάτορές σας και με όλους τους μπατσόφιλους δημοσιογράφους σας ακόμα κι αν μας στείλετε όλους τους «αγανακτισμένους» -και αγάμηδες- πολίτες σας.
Και μόνο όταν θα σάς έχουμε κάνει να βλέπετε εφιάλτες, θα γυρίσουμε στα σπίτια μας.
Και από εκεί και πέρα, στο «μέλλον», δεν θα μπορέσετε να μάς εξαπατήσετε ξανά.

Ο ΔΕΚΑΕΞΑΡΗΣ ΜΕΣΑ ΜΟΥ


ΥΓ. Όσο για την ταφόπλακα της «ζωής» που προορίζατε για εμάς, θα την φυλάξουμε για το δικό σας μνήμα: το μνήμα αυτής της αγχωμένης μαλακίας που υπήρξε η δική σας «ζωή».

του καλού φίλου Διόδοτου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Συνολικές προβολές σελίδας