Ημερολόγιο καταστρώματος. Μπήκαν στην πόλη οι οχτροί
Ήθελα να γράψω μέρες για τις 28 & 29 (και 30) του Ιούνη, όταν το ΠαΣοΚ αποφάσισε να κάνει επίδειξη πυγμής και να δείξει ακόμα μια φορά ότι το παράστημά του είναι πυγμαίο, αλλά δεν ένιωθα να έχω αφομοιώσει ότι είχα ζήσει. Άφησα έτσι να περάσει λίγος χρόνος. Να ηρεμήσω λίγο. Τώρα, και ενώ ετοιμάζομαι να γυρίσω πίσω στην Αθήνα και αφού πέρασα μερικές στιγμές σχετικής ηρεμίας αποφάσισα να το αποτολμήσω, γνωρίζοντας ότι ίσως δεν θα μπορέσω να αποτυπώσω την συναισθηματική φόρτιση.
Συγγνώμη για το ογκώδες κείμενο. Δεν μπόρεσα να το βγάλω μικρότερο, και ίσως γι' αυτό δεν το ξεκινούσα.
Ημερολόγιο καταστρώματος (28/06/2011)
Την Τρίτη 28 του μηνός κατέβηκα, λόγω σοβαρής οικογενειακής υπόθεσης κατέβηκα στο Σύνταγμα μεσημέρι. Κατάφερα να ελιχθώ με τη μοτοσυκλέτα μέσα από τα στενά της Πλάκας και να την αφήσω πάνω στην Ερμού, δυο στενά από την αρχή. Ανέβηκα με τα πόδια ενώ μέσα σε ένα μικρό σακίδιο κουβαλούσα ένα μπουκάλι Μαλόξ, γυαλιά κολυμβητηρίου και μια μάσκα προσώπου – μια απλή πάνινη με ένα φίλτρο ενεργού άνθρακα στη μέση. Με το που έφτασα τα μάτια μου έτσουξαν και η γνωστή, από τις τελευταίες πορείες που πήρα μέρος, μυρουδιά των δακρυγόνων ήταν στον αέρα έντονη.
Άρχισα να ανεβαίνω προς την πλατεία. Πάνω από μήνα είχε γίνει ένας τόπος συνεύρεσης και δυνητικά ελπίδας. Μπροστά ήταν παρατεταγμένη μια διμοιρία ΜΑΤ ενώ πίσω τους έστεκε κόσμος που κοίταζε ανήσυχος. Πλησίασα, αποφεύγοντας τα ΜΑΤ στο τέλος της Ερμού και είδα τα ΜακΝτόναλντς βομβαρδισμένα. Όσο αφορά το συμβολισμό I’m loving it!
Στο οδόστρωμα και στα γύρω πεζοδρόμια ήταν σκορπισμένα κομμάτια μάρμαρο και όλα έδειχναν ότι είχαν γίνει σφοδρές συγκρούσεις. Η πλατεία ήταν περικυκλωμένη από δυνάμεις των ΜΑΤ και των ΥΜΕΤ γύρωφ γύρω ενώ άκουγες τον ήχο από τις κρότου λάμψεις σποραδικά πάνω από την Αμαλίας. Στη Φιλελλήνων υπήρχε πολύς κόσμος εγκλωβισμένος εκτός πλατείας από μια ακόμη διμοιρία. Αναρωτιέμαι πόσους πληρώνουμε τελικά;
Η προσέγγιση στην πλατεία ήταν αδύνατη εκείνη τη στιγμή αν και φαινόταν ότι η σύγκρουση ήταν σε ύφεση. Πήγα μέχρι τη γωνία Καραγιώργη Σερβίας και Σταδίου για να διαπιστώσω ότι δεν υπήρχε τρόπος να περάσω απέναντι. Η αλήθεια ήταν ότι ανησυχούσα. Είχαν μπει στην πλατεία τα ΜΑΤ; Οι νέοι φίλοι που βρήκα εκεί, ο Γιάννης, ο Μπάμπης, ο Σταύρος ήταν επάνω;
Από τη Σταδίου εμφανίστηκε ακόμη μια διμοιρία ενώ μια άλλη άρχισε να ανεβαίνει την Καραγιώργη Σερβίας. Εν τω μεταξύ έβαλα τα γυαλιά στα μάτια αφού έπλυνα με Μαλοξ και έβαλα και τη μάσκα. Οπισθοχώρησα πάλι προς την Ερμού καθώς η εκεί διμοιρία είχε βγει στο δρόμο. Πήγα από πίσω σε ετοιμότητα να τρέξω μπρος ή πίσω αναλόγως προς τα πού θα άνοιγε το πράγμα. Είναι περίεργο πως νιώθεις το σώμα σου σε εγρήγορση μαζί με της αισθήσεις σου και ενώ αναγνωρίζεις τον κίνδυνο ταυτόχρονα αισθάνεσαι και όμορφα. Από τη μια η βιολογική κατασκευή μας που μας έχει εφοδιάσει με ένα τέτοιο σύστημα ώστε να μπορούμε να αντεπεξερχόμαστε σε καταστάσεις κινδύνου από την άλλη κάτι άλλο πιο αδιόρατο. Το συναίσθημα ότι είσαι μέρος κάτι μεγαλύτερου από σένα και από τα στενά πλαίσια του περίγυρού σου. Μέρος μιας προσπάθειας που επιχειρεί έναντι ισχυρότερου αντιπάλου να φέρει την ελπίδα και το όραμα που μια αποχαυνωμένη κοινωνία είχε χάσει.
Τα τύμπανα που ακούστηκαν μέσα από την πλατεία δεν ήταν πολεμικά αλλά ρυθμικά. Βαρούσαν σε έναν τρελό ενστικτώδη ρυθμό που έβγαινε πηγαία ως αντίδραση στη βία. Νομίζω ότι αυτή είναι η αντίδραση που φοβάται περισσότερο η εξουσία. Είναι η αντίδραση που δείχνει ότι τη στιγμή που εσύ απειλείς τη ζωή μας με τους σιδερόφραχτους και τους παρακρατικούς εμείς στεκόμαστε εδώ και γιορτάζουμε τη ζωή, γινόμαστε η ζωή.
Τα πράγματα χαλάρωσαν και κάποιοι από μας πέρασαν απέναντι. Κάτω από το βλέμμα - πίσω από τις ασφυξιογόνες μουτσούνες των ΜΑΤ (θυμίζουν μούρες γουρουνιών) Όρμησα προς την πλατεία και πήγα κατευθείαν προς το μέρος της θεματικής πολιτικής που είχα συμμετάσχει τόσο καιρό. Το κλίμα, κυριολεκτικά, πολεμικό. Γύρω άνθρωποι που προσπαθούσαν να συνέρθουν από τη χρήση των χημικών. Προς την Όθωνος μια ομάδα μαυροντυμένων ομοιόμορφα και από τη συμπεριφορά τους εξοικειωμένοι με την συγκρουσιακή κατάσταση – το μαύρο μπλόκ των αναρχικών έμαθα μετά, πολύ σκληροπυρηνικοί και έτοιμοι να τσακωθούν με εμάς τους «βρωμοαστούς» - όπως μας αποκάλεσαν - της πλατείας σε κάθε παραίνεση για αποφυγή της βίας.
Ο Γιάννης ήταν εκεί με full face μάσκα, λόγω και επαγγέλματος. Εκεί και ο Σταύρος και άλλα παιδιά. Κάθισα ανάμεσά τους, εκείνη την ώρα καπνίζανε. Εντυπωσιάστηκα, το χω κόψει για δεύτερη φορά εδώ και έξη μήνες. Από πίσω με αγκάλιασε και ο Μπάμπης. Η συγκρούσεις είχαν ώρα που είχαν αρχίσει και λάμβαναν χώρα γύρω από την πλατεία, όλοι ανέμεναν ότι κάποια στιγμή θα έμπαιναν και μέσα. Έβγαλα τα γυαλιά κατόπιν προτροπής και τα μάτια γρήγορα συνήθισαν το τσούξιμο.
Σε λίγο ακούστηκαν πάλι οι κρότου λάμψεις, τι στο καλό τις ρίχνουν αφού κανένας δεν κουνήθηκε από τη θέση του. Αμέσως μετά άρχισαν να πέφτουν και τα δακρυγόνα. Μάλλον εξυπηρετούν ως προειδοποίηση για αυτά διότι λέει ένας πίσω μου «Γαμώ το…, δεν πρόλαβα να κάνω το τσιγάρο μου» και έβαλε τη μάσκα του. Τον μιμήθηκα, ευτυχώς, γρήγορα. Γύρω από την πλατεία άρχισαν πάλι οι συγκρούσεις με τα πάνοπλα ΜΑΤ να αντιμετωπίζουν τις πέτρες, μάλλον τα κομμάτια μάρμαρο που έσπαγαν απ’όπου ήταν δυνατόν.
Βέβαια αυτοί που την πληρώνουν είναι οι διαδηλωτές. Άλλωστε γι’ αυτούς γίνεται το πανηγύρι, μπας και φοβηθούν και δεν ξανακατέβουν στην πλατεία ή σε πορείες. Αυτό έμελλε να αποδειχθεί την επομένη με τον πιο εμφατικό τρόπο. Τα πολλά αέρια μας έσπρωξαν προς τη Φιλελλήνων ενώ η μάχη του μαύρου μπλοκ μαινόταν στην Αμαλίας και Όθωνος.
«Πάμε να τους διώξουμε» ακούστηκε ένα παλικάρι, «φτιάξτε αλυσίδες». Εκατόν πενήντα με διακόσια άτομα δέσαμε τα χέρια μας και αρχίσαμε να ανεβαίνουμε την Όθωνος προς την μεριά που γινόταν η σύγκρούση. Με βήμα σταθερό ανεβήκαμε ως την Αμαλίας αναγκάζοντας τους «αναρχικούς» να φύγουν αριστερά προς το πάνω μέρος της πλατείας καθώς δεξιά υπήρχαν ΜΑΤ. Αφήσαμε τις αλυσίδες καθώς η σύγκρουση σταμάτησε και επιφέραμε ειρήνη, λάθος. Όπως γύρισα να κοιτάξω πίσω τι γινόταν με την άκρη του ματιού μου έπιασα μια κίνηση και ενστικτωδώς έσκυψα πριν κοιτάξω. Ένας ΜΑΤατζής είχε ρίξει προς το μέρος μου δυο κομμάτια μάρμαρο που πέρασαν σύρριζα από το κεφάλι μου. Αν δεν είχα σκύψει θα μου το είχε ανοίξει. Γρήγορα όλοι μαζί υποχωρήσαμε στην Όθωνος και από κει στην πλατεία κάτω από καταιγισμό πετροπόλεμου, χειροβομβίδες κρότου λάμψης και δακρυγόνων.
Τα ΜΑΤ έφτασαν στην άκρη της σκάλας όπου δέχτηκαν καταιγισμό από πέτρες και ξύλα. Πάντως η στάση τους απέναντι σε μας που διώξαμε αυτούς που συγκρούονταν μόλις πριν ήταν απρόκλητη επίθεση. Στην πραγματικότητα εμείς ήμασταν ο στόχος τους. Απλώς χρειάζονται τους άλλους για να ξεκινήσει η χορογραφία, αλλά όχι πάντα.
Τα ΜΑΤ έφτασαν στην άκρη της σκάλας όπου δέχτηκαν καταιγισμό από πέτρες και ξύλα. Πάντως η στάση τους απέναντι σε μας που διώξαμε αυτούς που συγκρούονταν μόλις πριν ήταν απρόκλητη επίθεση. Στην πραγματικότητα εμείς ήμασταν ο στόχος τους. Απλώς χρειάζονται τους άλλους για να ξεκινήσει η χορογραφία, αλλά όχι πάντα.
Περίπου έτσι πέρασε η μέρα με πολλά παιδιά να πετάνε τα χημικά πάλι πίσω στους ΜΑΤατζήδες όταν τα πετούσαν μέσα στην πλατεία στοχεύοντας συνήθως τις σκηνές υποστήριξης. Ανάμεσα στην αναμονή αν θα μπουν και πότε στην πλατεία, και κάτω από τους εκστατικούς ρυθμούς των τυμπάνων όποτε σταματούσαν οι συγκρούσεις και τα δακρυγόνα, ανάμεσα στη βοήθεια σε ανθρώπους που δεν είχαν τρόπο να προστατευτούν από τα εγκληματικά χημικά και στην προσπάθεια να αποτρέψουμε πιθανή εισβολή συζητούσαμε την οργάνωση της επομένης που θα αποκλειόταν η βουλή. Μια ομάδα στον Ευαγγελισμό. Μια στην Ερατοσθένους και Β.Κων/νου, μια στο Καλλιμάρμαρο και άλλες στην Αμαλίας και την Β.Σοφίας. Θα πήγαινα μπροστά στο Παναθηναϊκό στάδιο την επομένη. Η ηρεμία ήρθε με τη νύχτα. Κατέβηκα την Ερμού Για να πάρω τη μοτοσυκλέτα. Κόσμος υπήρχε στη Φιλελλήνων, στην Ερμού και στα κάθετα στενά. Κόσμος που περίμενε κάτι. Κάτι που δεν είναι ορατό, απτό ή ένυλο. Κάτι αδιαμόρφωτο, αλλά κάτι που το ένιωθες.
Έκανα να φύγω κα ήμουν στο πεζοδρόμιο της Ερμού όταν άκουσα τον γνώριμο ήχο που κάνει όταν κλωτσάει κάποιος μια δερμάτινη μπάλα. Γύρισα έκπληκτος και είδα πέντε έξη να παίζουν με μια μαύρη δερμάτινη ξεχαρβαλωμένη μπάλα πάνω στο δρόμο. ΄Τους χάζεψα λίγο χαμογελώντας και μετά δεν κρατήθηκα και μπήκα στο παιχνίδι. Παίζαμε κάτι μεταξύ ποδοβόλλεϋ και βόλλεϋ για πολύ ώρα και έμπαιναν όλο και νέοι στον κύκλο. Εξεπλάγην με την ικανότητα κάποιον στο στοπάρισμα στην πάσα στην δεξιοτεχνία, σε αντίθεση με μένα που τα άρβυλα που φορούσα με έκαναν να ρίχνω τσαρούχια.
Όταν έφευγε η μπάλα έξω από τον συνεχώς διογκούμενο κύκλο κόσμος που είχε ζωντανέψει το χώρο τριγύρω αντικαθιστώντας τα καθεστωτικά γουρούνια με χαμόγελα έπαιζε και αυτός για λίγο. Και βέβαια το χιούμορ θα νικήσει στο τέλος. Όταν εμφανίστηκαν και τα βρώμικα άρχισαν τα σχόλια του στυλ "Τώρα γίναμε κανονικοί, να φωνάξουμε τον Μπέο να το στήσει". Θεοί!
Πέρασε καμιά ώρα και είχε νυχτώσει πριν ευχαριστήσω και φύγω.
Πέρασε καμιά ώρα και είχε νυχτώσει πριν ευχαριστήσω και φύγω.
Δεν είχαμε τρομάξει. Δεν μας είχαν τρομοκρατήσει. Το γέλιο του παιχνιδιού μας είχε νικήσει. Μπάλα θα παίξουμε και πάνω στα ερείπια του καθεστωτικού μηχανισμού καταστολής όταν έρθει η Δημοκρατία.
Ημερολόγιο καταστρώματος (29/06/2011). Α-Καλλιμάρμαρο
Την επομένη ξεκίνησα νωρίς έχοντας πάρει μαζί μου τα απαραίτητα που με είχαν εξυπηρετήσει πολύ την προηγουμένη. Γυαλιά κολυμβητηρίου, μάσκα με φιλτράκι απλή (πήρα και καινούργια) ένα μπουκάλι Μαλόξ και έφερα και γάντια δερμάτινα εργασίας. Είχαν αποδειχτεί πολύ χρήσιμα στο να πετάς πίσω τα χημικά ή να τα πιάνεις και να τα βάζεις σε ένα κουβά νερό για να μην κάνουν κακό.
Κατευθύνθηκα προς το Καλλιμάρμαρο και μακάριζα τον εαυτό μου που είχα μάθει να οδηγώ μοτοσυκλέτα διότι η κίνηση που συνάντησα ήταν απίστευτη. Έφτανα στην Β.Κων/νου λίγο πριν το Καλλιμάρμαρο όταν ακούστηκε ο γνωστός ήχος μιας κρότου λάμψης και είδα τον καπνό από ένα χημικό προς την Ερατοσθένους. Μια διμοιρία ΜΑΤ κινήθηκε προς τα εκεί ενώ ένας τροχαίος έκλεινε το δρόμο μπροστά μου με κορδέλα.
Πέρασα γρήγορα ανεβάζοντας τη μοτοσυκλέτα στο πεζοδρόμιο. Μπροστά στα μάτια μου μια γυναίκα που ήταν συνοδηγός σε ένα αυτοκίνητο πετάχτηκε έξω, άνοιξε την πίσω πόρτα του αυτοκινήτου πήρε ένα μωρό στην αγκαλιά της και άρχισε να τρέχει προς την Καλλιρρόης.
«Τα ζώα ρίχνουν μες την κίνηση δακρυγόνα» φώναξε ένας τύπος μέσα από το αμάξι του.
Την επόμενη ώρα την κρατάω για τον εαυτό μου. Μετά πήγα στην Ερατοσθένους, οι δρόμοι είχαν ανεβάσει βαθμό δυσκολίας στην διάβασή τους πολύ. Το τοπίο θύμιζε βομβαρδισμό. Κάδοι καιγόντουσαν από την συμβολή με την Β.Κων/νου μέχρι την πλατεία. Η μυρουδιά καπνογόνων ήταν έντονη και τα ίχνη εμφανή στην άσφαλτο μαζί με πολλές πέτρες διάσπαρτες.
Τα ΜΑΤ όπως και οι μπαχαλάκηδες είχαν αποσυρθεί. Βρήκα τα παιδιά που ήμασταν μαζί και είχαμε αναπτύξει σχέση εμπιστοσύνης. Το χέρι του Γιάννη ήταν καμένο. Είχε γυρίσει πάνω από σαράντα χημικά πίσω και δεν πήρε πρέφα ότι είχε καεί το γάντι του και είχε ένα χημικό έγκαυμα στην μέσα μεριά της παλάμης. Έμαθα ότι στον Ευαγγελισμό η κρατική βία ξεκίνησε πρωί πρωί όταν εκεί που είχαν συγκεντρωθεί αγανακτισμένοι τα ΜΑΤ κινήθηκαν απροκάλυπτα εναντίον τους. Η εντολή δεν ήταν να κρατήσουν ανοιχτό το δρόμο. Τους είχαν αφήσει τα λουριά και τους έδωσαν εντολή για ωμή βία. Τραυματισμοί, προσαγωγές και δακρυγόνα έπνιξαν την ειρηνική διαδήλωση στο σημείο.
Σε εμάς ένα παλικάρι λέει ότι υπάρχει ένα μπλόκ αγανακτισμένων στην αρχή της Β.Κων/νου αποκλεισμένο από δύο διμοιρίες. Μετά από μια σύντομη ψηφοφορία αποφασίστηκε να πάμε να ενωθούμε με το άλλο μπλόκ. Μπήκαμε σε σειρές κάνοντας αλυσίδα χέρι με χέρι και ξεκινήσαμε. Η διμοιρία στην Β. Κων/νου μας άφησε να περάσουμε και να κινηθούμε προς τα κάτω ώσπου φτάσαμε απέναντι από το άλλο μπλοκ των αγανακτισμένων. Μια διμοιρία ήταν ανάμεσά μας, μια στα δεξιά μας και μια στα αριστερά μας.
Κάποιοι πήγαν να διαπραγματευτούν με τους αστυνόμους ενώ συνθήματα ξεκίνησαν από τους απέναντι. Έφυγα από το μπλοκ που είχε ψιλοχαλαρώσει και πλησίασα τη διμοιρία που ήταν στα δεξιά. Κάθισα σε μια απόσταση να ακούω τι εντολές δίνει ο επικεφαλής τους. Εν τω μεταξύ η διμοιρία που χώριζε τα δύο μπλοκ ανθρώπων άνοιξε και ενώθηκαν προς τη μεριά της Καλλιρρόης. Μόνο καμιά πενηνταριά μείναμε πίσω.
Ο επικεφαλής της διμοιρίας που ήμουν κοντά έδωσε εντολή να φορέσουν τις μάσκες τους. Κατάλαβα αμέσως. Σε λίγο οι διμοιρίες είχαν επιτεθεί στο ενωμένο πια μπλοκ με δακρυγόνα και με κλωτσιές. Κάποιοι ΜΑΤατζήδες προσπαθούσαν να πάρουν ένα πανό που κρατούσαν οι διαδηλωτές. Πως κάνουν οι οπαδοί που συγκρούονται χωρίς λογική και θέλουν τρόπαια της νίκης τους. Μονοκύτταροι εγκέφαλοι.
Το μπλοκ απωθήθηκε πίσω και μείναμε πενήντα, ίσως και λιγότεροι να κοιτάμε ο ένας τον άλλο. «Ας σχηματίσουμε αλυσίδα και ας κόψουμε την κίνηση. Να δημιουργήσουμε κυκλοφοριακό προς τη Ρηγίλλης». Ότι πιο ευφυές είχα ακούσει μέχρι εκείνη τη στιγμή. Από πάνω τα αυτοκίνητα κατέβαιναν. Προφανώς χρειαζόταν τη ροή για να πάνε οι εκπρόσωποι-απρόσωποι στο μαντρί να ακούσουν τον τσοπάνη.
Το εγχείρημα είχε επιτυχία καθώς γυρίζαμε τα αυτοκίνητα πίσω ή τα σταματούσαμε. Οι ΜΑΤατζήδες σάστισαν και άρχισαν να ζητούν εντολές για το τι να κάνουν. Προφανώς τους είπαν να μας διαλύσουν και εμάς γιατί μια διμοιρία ΜΑΤ άρχισε να μας ακολουθεί κατά πόδας. Ανοίξαμε το βήμα μας και έκαναν το ίδιο μέχρι που φτάσαμε στην συμβολή με την Ερατοσθένους και την ανηφορήσαμε ξανά αφού εκεί υπήρχε άλλη μια διμοιρία.
Μας ακολούθησαν μέχρι το πρώτο στενό και εμείς σταματήσαμε στο δεύτερο που υπάρχει μια εκκλησία και πολλά σκαλιά. Καλό μέρος να ξεφύγεις αν σε περικυκλώσουν. Το σχέδιο παρέμεινε το ίδιο. Κυκλοφοριακή συμφόρηση και απασχόληση όσων περισσότερων διμοιριών μπορούσαμε στο σημείο. Τα επεισόδια είχαν αρχίσει και στο Σύνταγμα όπως ακούγαμε από το ράδιο και ήταν πρωτοφανούς αγριότητας από μέρους των μπάτσων. Όσες διμοιρίες κρατούσαμε εκεί θα έλειπαν από το Σύνταγμα.
Σύραμε τους καμένους κάδους και κάναμε ένα οδόφραγμα με τέσσερις από αυτούς ώστε να μας δώσει χρόνο αν μας επιτεθούν και να μην εμπλεκόμαστε με τους οδηγούς που κινούταν ακόμη και καταπάνω ας για να περάσουν. Κοιτάζουν τη δουλειά τους οι κυρ-Παντελήδες. Όπως και πολλές κυράτσες και κυριούλες που δεν έβλεπαν κανένα νόημα να εξεγειρόμαστε. Homus Pasokus pasokus. Κάποιοι άρπαζαν και απαντούσαν με οργή και κάποιοι λειτουργούσαν πυροσβεστικά.
Για τις επόμενες ώρες, όσο μιλούσαν οι πολιτικοί πριν τη ψήφιση, στέλναμε πίσω όσα αυτοκίνητα έστελναν οι μπάτσοι προς τα μας δημιουργώντας σύγχυση. Κάποια στιγμή εμφανίστηκαν και κάτι πιτσιρικάδες μπαχαλάκηδες. Ήταν λίγοι για σύγκρουση και έτσι αποφάσισαν να κάνουν κάθε δεκαπέντε είκοσι λεπτά ότι επιτίθενται για να τους βάζουν να φοράνε τα κράνη τους και να στοιχίζονται με τις ασπίδες. Τα παιδία παίζει – Αττική σύνταξη.
Θυμήθηκα τα λόγια του Μπάμπη ότι «Η επανάσταση για να πετύχει θέλει και σουρεαλισμό» και πήρα την ντουντούκα από μια κοπελιά και ακολούθησα τους πιτσιρικάδες. Όταν τα ΜΑΤ στήθηκαν και αυτοί σταμάτησαν άρχισα να φωνάζω με την ντουντούκα:
«Αφήστε τις ασπίδες και τα κράνη σας.
Εμείς σας πληρώνουμε, εμείς είμαστε τα αφεντικά σας,
Προστατεύεται προδότες τις χώρας σας, αυτό τι σας κάνει εσάς;
Ελάτε μαζί μας, δεν μπορεί να μην είστε καθόλου πατριώτες (αυτό τους βραχυκυκλώνει)».
Κάπου εκεί μου την έπεσαν οι πιτσιρικάδες, ούτε αυτοί ανέχονται τον σουρεαλισμό προφανώς, άρα δεν μπορούν να επαναστατήσουν πραγματικά.
Η ψηφοφορία στη βουλή είχε ξεκινήσει, τα επεισόδια στο Σύνταγμα είχαν ενταθεί, ακόμα και στο ΣΚΑΪ μετέδιδαν έκπληκτοι, και είχε μείνει μόνο μια διμοιρία να μας φυλάει και αυτή λειψή. Αποφασίσαμε ότι δεν υπάρχει νόημα να παραμείνουμε και έπρεπε να μετακινηθούμε προς το Σύνταγμα πια.
Ημερολόγιο καταστρώματος (29/06/2011). Β-Σύνταγμα
Πέρασα με κάθε δυνατή παραβίαση του Κ.Ο.Κ προς την Αμαλίας έχοντας περάσει τους στύλους του Ολυμπίου Διός. Εβδομήντα με εκατό μέτρα μπροστά δύο μηχανές της ομάδας ΔΕΛΤΑ (ή Δίας) αυτοί με τα παπάκια και τους δύο επιβαίνοντες ανέβαιναν αργά μπροστά. Εϊχαν τη σειρήνα στο μέγιστο, αν υπάρχει διαβάθμιση, και ο πίσω κουνούσε απειλητικά το μακρύ γκλομπ. Αναρωτιέμαι αν υπάρχει κάποια Φροϋδική σχέση του μεγέθους του ρόπαλου και του αντιστρόφως ανάλογου μεγέθους του πέους. Κάποιος ψυχολόγος θα ήταν ποιο κατάλληλος να πει μάλλον. Το θέαμα των τύπων, πάνοπλων και θηριωδών, πάνω στο παπάκι ήταν εντελώς γελοίο. Όμως ο εκφοβισμός που πετύχαιναν προς τους ανθρώπους ΚΑΘΕ ηλικίας που πήγαιναν προς το Σύνταγμα μόνο τέτοιος δεν ήταν. Δύο φορές μάλιστα χτύπησαν στα πόδια ανθρώπους που ήταν στην άκρη του πεζοδρομίου. Ο σκοπός ήταν εμφανής. Είχαν πάρει οδηγίες να βιαιοπραγήσουν ώστε να τρομοκρατήσουν τον κόσμο από το να πλησιάσει έξω από τη Βουλή. Επίδειξη χυδαίας ισχύος για την οποία θα έπρεπε να κατηγορηθούν όλοι τους από τον πιο κάτω μονοκύτταρο εγκέφαλο ως τον ιθύνων νου της κυβέρνησης.
Διαπίστωσα ότι θα ήταν επικίνδυνο να συνεχίσω κεντρικά αφού έδινα καθαρό στόχο και μπήκα προς την Πλάκα. Στην Υπερείδου μύριζε έντονα δακρυγόνα και κάδοι να καίγονται. Πλησιάζοντας είδα κόσμο μαζεμένο και στο βάθος ΜΑΤατζήδες με τη γουρουνίσια μουτσούνα παρατεταγμένοι. Έστριψα στην Βουλής (νομίζω, αλλιώς ήταν αντίστροφα τα ονόματα των οδών) και στάθμευσα δίπλα στην είσοδο του ξενοδοχείου ADONIS (όχι Γεωργιάδης ελπίζω).
Φόρεσα τα γυαλιά, την μάσκα την χθεσινή και τα γάντια και πήγα με τον κόσμο. Ο δρόμος προς το Σύνταγμα ήταν αποκλεισμένος από εκεί. Έκανα ένα γύρω και παντού η ίδια εικόνα. Οι μηχανοκίνητοι εκφόβιζαν με την παρουσία τους και δέρνοντας και τα ΜΑΤ είχαν αποκλείσει την πλατεία από όσους δεν είχαν πτοηθεί.
Κόσμος κάθε ηλικίας, από πιτσιρίκες που κατέβαιναν για πρώτη φορά να διαμαρτυρηθούν για κάτι ως ασπρομάλληδες, έμπειρους σε πορείες και μη. Και από την άλλη πάνοπλοι ανεγκέφαλοι και απάτριδες μπάτσοι. Περιοδικά από την πλατεία εμφανιζόταν ομάδες είτε των γιατρών της πλατείας, με περιβραχιόνιο με κόκκινο σταυρό και σημαία, είτε πιο καλά εξοπλισμένοι του ερυθρού σταυρού με φορείο και φορώντας ασφυξιογόνες μάσκες. Μάζευαν ανθρώπους με ανοιγμένα κεφάλια ή με έντονα αναπνευστικά προβλήματα.
Κάποια στιγμή η ένταση έπεσε και στην ύφεση κάποιοι είπαν να προχωρήσουμε προς την πλατεία ανάμεσα στα ΜΑΤ. Κάποιοι πιτσιρικάδες με πέτρες στα χέρια απομονώθηκαν και έμεινα πίσω. Κοίταζα κατάπληκτος το τοπίο που μόνο οι νεκροί έλειπαν ώστε να είναι ίδιο με σκηνές πολεμικής ταινίας.
Βρήκα και τα παιδιά από την Ερατοσθένους που χωριστήκαμε το πρωί και κάποιους που ήταν στον Ευαγγελισμό. Ένας είχε μπανταρισμένο κεφάλι. Έλεγε και ξανάλεγε ότι με το που έφτασαν οι ΜΑΤατζήδες χτύπησαν με λύσσα και έριξαν χημικά απρόκλητα.
Το τι έγινε μετά δεν περιγράφεται εύκολα. Μεταξύ μικρών διαλειμμάτων-υφέσεων τα χημικά έπεφταν ακατάπαυστα με την πλατεία να είναι ο στόχος. Επικεντρωνόταν δε στην σκηνή του ιατρείου και στις εισόδους του μετρό όπου κατέφευγαν οι ηλικιωμένοι και στεγαζόταν το ιατρείο του ερυθρού σταυρού.
Οι μπάτσοι (και θα τους λέω έτσι γιατί είδα το βλέμμα τους όταν χτυπάγανε. Δεν κάναν την δουλειά τους, είχαν μια διαστροφική ευχαρίστηση) έφταναν μέχρι τα σκαλιά της πλατείας και ο κόσμος συνωστιζόταν στα σκαλιά ισορροπώντας πάνω στην κόψη ενός θανατηφόρου εγκλήματος. Αν έπεφτε ένας θα παρέσερνε πολλούς και θα καταπλακωνόταν κάποιοι. Και ανάμεσό τους να πέφτουν δακρυγόνα και κρότου-λάμψης και ασφυξιογόνα. Δεν είναι τα ΜΑΤ ηρωικά, όπως είχε πει ο αμίμητος Πωλύδωρας. Είναι όλοι αυτοί που στέκονται απέναντί τους, άντρες και γυναίκες που προτάσσουν τη θέλησή τους για ένα καλλίτερο κόσμο απέναντι σε θηριώδης, πάνοπλους, εξοπλισμένους με όπλα που απαγορεύονται σε περίοδο πολέμου και έχοντας πίσω τους ένα οργανωμένο και αδίστακτο κράτος. Τα ΜΑΤ είναι θρασύδειλοι μόνο και μόνο επειδή κατατάχθηκαν εκεί κατ’ επιλογή τους.
Ομολογώ ότι προσπάθησα να προλάβω κάποιο από τα δακρυγόνα που πετάχτηκαν στην πλατεία αλλά οι πιτσιρικάδες με πρόλαβαν όλες τις φορές. Εύγε των! Σε κάποια στιγμή βγαίνω στην Όθωνος με κάποιους άλλους να δούμε τι συμβαίνει. Από πάνω στην Αμαλίας έριχναν στον κόσμο και στην πλατεία ότι είχαν και δεν είχαν. Στην Φιλελλήνων διέλυαν συνεχώς όσους μαζευόταν για να μπουν στην πλατεία.
Τότε, χωρίς να έχω καταλάβει από πού, ένα ασφυξιογόνο σκάει μπροστά στα πόδια μου. Παλιότερα σε πορείες όταν έριχναν κάτι έβαζες μια μπλούζα βρεγμένη μπροστά ή μια χειρουργική μάσκα με λίγο Μαλόξ και ηρεμούσες. Τώρα το κράτος για να προστατέψει τη Δημοκρατία από τους πολίτες του (σχήμα οξύμωρο) έφερε νέα όπλα πιο αποτελεσματικά, πιο εγκληματικά.
Θα μοιραστώ αυτή την εμπειρία για να την έχετε υπ’ όψιν σας αν σας τύχει. Το αέριο πέρασε τη μάσκα που είχα (και ήταν και η χθεσινή οπότε το φιλτράκι είχε παραδώσει πνεύμα). Έβγαλα το Μαλόξ και έριξα πάνω στε όλη τη μάσκα. Υπέθεσα ότι έτσι θα ουδετεροποιούταν το αέριο. Ίσως και να συνέβη αλλά ταυτόχρονα μπούκωσε και η μάσκα και δεν έμπαινε αέρας. Ασυναίσθητα και ενώ γύριζα να φύγω τράβηξα τη μάσκα και πήρα μια μικρή ανάσα. Κάθε δυνατότητα αναπνοής κόπηκε. Τα πνευμόνια μου άρχισαν ακατάπαυστες συσπάσεις και τα ένιωθα μέσα στο θώρακά μου να πονάνε αλλά επειδή δεν είχα αέρα δεν μπορούσα να ουρλιάξω. Δεν μπορούσα και να αναπνεύσω και κάνοντας μόνο δύο βήματα προς τις σκάλες γονάτισα από έλλειψη οξυγόνου. Πανικοβλήθηκα καθώς ένιωσα ότι κόσμος έτρεξε τριγύρω μου και μάλλον ερχόταν ΜΑΤ προς το μέρος μου. Δεν είχε σημασία. Δεν μπορούσα ακόμη να τραβήξω ανάσα και προσπαθούσα να επιβληθώ στον τρόμο.
Κάπου εκεί με σήκωσε ο Γιάννης που φορούσε ολοπρόσωπη μάσκα, όχι στρατιωτική. «Μην πανικοβάλλεσαι» είπε σχεδόν ήρεμα κι με κατέβασε τα σκαλιά. Τον βοήθησα όσο μπορούσα. Με πήγε στη σκηνή του ιατρείου της πλατείας όπου και άλλοι δεχόταν πρώτες βοήθειες για τον ίδιο λόγο.
Τώρα είχε αρχίσει και το στομάχι να κάνει συσπάσεις έντονες και ξέρασα δύο φορές, ευτυχώς δεν είχα φάει τίποτα για να το βγάλω.
Κάποιο παλικάρι μου είπε να φτύσω όσο μπορώ περισσότερο ώστε να φύγει ότι υπάρχει από το αέριο στη στοματική κοιλότητα. Μετά άνοιξα το στόμα μου και ψέκασε μέσα αραιωμένο Μαλόξ το οποίο εισέπνευσα. Λίγο μετά οι συσπάσεις στα πνευμόνια σταμάτησαν. Εντυπωσιακό! Όμως το στομάχι συνέχιζε ακόμη τις συσπάσεις και κατάλαβα, τώρα που ανέπνεα πιο ελεύθερα, ότι έτσουζαν και δεν άνοιγαν τα μάτια μου. Κάποια στιγμή είχα βγάλει τα γυαλιά του κολυμβητηρίου και δεν το κατάλαβα.
(Είναι φανερό ότι τις Full face μάσκες τις έχουν ανάγει σε όπλο για να είσαι εντελώς ανίσχυρος απέναντι στα όπλα τους).
«Πάμε στο μετρό μέχρι να συνέρθεις» είπε ο Γιάννης και με ξανασήκωσε. Εγώ έβγαλά το Μαλόξ αδιάλυτο όπως το είχα στην τσέπη του παντελονιού και ήπια μερικές μεγάλες γουλιές. Σε δευτερόλεπτα και το στομάχι σταμάτησε να συσπάται.
Κατεβήκαμε τα σκαλιά του μετρό και άνθρωποι που ψέκαζαν στον αέρα και στα πρόσωπα όσων έμπαιναν το θαυματουργό φάρμακο που ανέφερα πολλές φορές ως τώρα φώναζαν να είμαστε ήρεμοι να κατεβαίνουμε από τη μια μεριά των σκαλιών και να ανεβαίνουμε από την άλλη. Να προχωράμε προς τα μέσα ήρεμα και να μη δημιουργούμε πανικό.
«Πάω να βοηθήσω και άλλους, εσύ μπορείς» ρώτησε ο Γιάννης.
Ένευσα καταφατικά και κινήθηκα στο βάθος εμπρός και έκατσα με την πλάτη στον τοίχο με ανθρώπους που υπέφεραν το ίδιο με εμένα. Ανταλλάξαμε Μαλόξ και μωρομάντηλα. Αν έχεις τέτοια όταν πέσουν δακρυγόνα βάζεις μπροστά στο πρόσωπο και φεύγεις γρήγορα. Ως βάσεις εξουδετερώνουν τα οξέα για λίγο, αν θυμάμαι σωστά τη χημεία του σχολείου.
Πήρε είκοσι λεπτά να συνέρθω και να ξαναβγώ. Στα είκοσι λεπτά αυτά άνθρωποι που δεν μπορούσαν να αναπνεύσουν καλά, να δουν ή/και να σταθούν στα πόδια τους αντιδρούσαν στους κρότους από τον εξοπλισμό των ΜΑΤ, αέρια/κρότου-λάμψης, με το διαδεδομένο εδώ και δεκαετίες σύνθημα «Μπάτσοι – γουρούνια – δολοφόνοι». Ο κοινωνικός τους αποκλεισμός επεκτάθηκε για πολλά χρόνια ακόμη και όσο θα στενεύουν τα πράγματα και θα θεριεύει η αντίσταση τόσο περισσότερο θα αποκλείονται. Μέχρι να τους αποβάλλουμε εντελώς από την ελληνική κοινωνία διότι δημοκρατία και ΜΑΤ δεν συνάδουν.
Έξω υπήρχε μια σχετική ηρεμία, οι γνωστές ολιγόλεπτες υφέσεις. Ένα τσιγάρο χρόνος. Πέρασε λίγος χρόνος με τον ίδιο τρόπο. Εξάρσεις, σβήσιμο καπνογόνων (ακόμη με ξεπερνούσαν οι πιτσιρικάδες), βοήθεια, ύφεση και πάλι από την αρχή.
Τότε σε μια ύφεση στην πλατεία λόγω εκτεταμένης σύγκρουσης στην Αμαλίας και Όθωνος εμφανίστηκαν ΜΑΤ στα σκαλιά και έπεσαν βροχή τα χημικά. Ίσα που πρόλαβα να φορέσω τα γυαλιά και τη (νέα) μάσκα. Τα ΜΑΤ κατέβηκαν, τρέχοντας και αιφνιδιάζοντας τους πάντες, στην πλατεία. Το πρώτο πράγμα που μου ήρθε στο μυαλό καθώς πετάχτηκα πάνω ήταν το «Μπήκαν στην πόλη η οχτροί».
Είχαν όντως μπει και χτυπούσαν με όλη την αγριότητα που σου δίνει η κάλυψη και η αναλγησίας της εξουσίας. Ο κόσμος κινήθηκε προς το μετρό συμπαρασύροντας όσους καθόμασταν δίπλα στις σκηνές και διαλύοντας τη μικρή συντροφιά που συζητούσε πολιτικά(!) στις ανάπαυλες.
Ο συνωστισμός ήταν τέτοιος που εγκλωβίστηκα με τα χέρια κατεβασμένα και δεν μπορούσα να τα σηκώσω καθώς η πίεση αυξανόταν γεωμετρικά και είχαμε φτάσει στα σκαλιά της εισόδου του μετρό. Πίσω άκουγα φωνές για ψυχραιμία, για τον κίνδυνο να ποδοπατηθούμε. Μπροστά τρεις ή τέσσερις σειρές ένα παλικάρι σήκωσε τα χέρια του φωνάζοντας προς τους ΜΑΤατζήδες ότι θα σκοτωθούμε στα σκαλιά. Σήκωσε ψηλά τα χέρια του και φώναζε «Θα πέσουμε, θα σκοτωθούμε».
Το βλέμμα του μπάτσου που τον χτύπησε στο κεφάλι περιείχε ένα μίγμα αισθήματος απόλυτης εξουσίας –ζωής και θανάτου- πάνω μας, μίσος για ότι έχει μυαλό και σκέφτεται –απλώς σκέφτεται, κάτι για το οποίο είναι ανίκανος-, χυδαιότητας και τρόμου. Το κεφάλι του παιδιού εξαφανίστηκε από τα μάτια μου καθώς κατέρρεε από δύο χτυπήματα.
Κατάφερα να πιαστώ από την κουπαστή της σκάλας και σηκώνοντας για πρώτη φορά τα χέρια μου προσπαθούσα να ισορροπήσω τους μπροστινούς μου. Λίγο πριν πατήσω το δάπεδο του μετρό και γυρίσω την πλάτη μου στην είσοδο είδα ένα δακρυγόνο να διαγράφει τροχιά προς τα μέσα. Έτρεξα προς το βάθος φωνάζοντας «Δακρυγόνα» και ακούγοντας πίσω μου «Τα μουνιά πετάνε και εδώ» ή «σταματήστε ρε, υπάρχουν τραυματίες και ηλικιωμένοι μέσα». Το δακρυγόνο δεν έπεσε ποτέ μέσα. Ένας από την παρέα λίγο πιο μπροστά από μένα είδε ένα ψηλό παλικάρι να το πιάνει στον αέρα και να το στέλνει πίσω στους μπάτσους. «Τι τον αγκαλιάζαμε, τι τον φιλούσαμε δεν λέγεται» είπε. Να αγιάσει το χέρι του, και να κοπεί του μπάτσου που το πέταξε μέσα σε κλειστό χώρο ο αληταράς.
Έμεινα λίγο μέσα στο βάθος της αίθουσας ενώ κάθε φορά που πέταγαν κάτι απ’ έξω ή προς τα μέσα ο κόσμος κινούταν γρήγορα μεν, ψύχραιμα δε προς την κάτω αίθουσα που οδηγούσε στους συρμούς.
Βγήκα λίγο αργότερα έξω και ξαναβρήκα τους άλλους, όχι όλους. «Του Γιώργου(;) και της Χρύσας τους άνοιξαν τα κεφάλια» είπε κάποιος. Δεν τους είδαν έγκαιρα και τους χτύπησαν με την πλάτη γυρισμένή».
Όταν είχε πάει 7:00 μμ είπα ότι στην επόμενη έφοδο στην πλατεία θα την κάνω με το μετρό. Η μάσκα είχε διαλυθεί και αυτή και δεν είχα τρόπο να αντιπαλέψω τα δακρυγόνα πια. Δεν πέρασαν ούτε δέκα λεπτά που έγινε αυτό. Ψύχραιμα μαζί με άλλους πήγα στο μετρό και πήρα το συρμό για την στάση Ακρόπολη. Είχα ακόμη τη μοτοσυκλέτα στην Πλάκα και δεν υπήρχε τρόπος να πάω με τα πόδια εκεί. Θα το επιχειρούσα από το μουσείο. Δεν ήξερα τι συνέβαινε περιμετρικά της πλατείας.
Στο μετρό μέσα είδα την Χρύσα γονατιστή με τον Γιώργο από πάνω της να περιμένουν το μετρό και αυτοί. Το κεφάλι της Χρύσας ήταν τουμπανιασμένο και έπρεπε να πάει σε νοσοκομείο μετά τις πρώτες βοήθειες για αξονική. Ο Γιώργος είχε και αυτός μπανταρισμένο κεφάλι αλλά δεν είχε φάει δυνατά γιατί είδε τελευταία στιγμή τον μπάτσο και του κλώτσησε την ασπίδα. Η κοπελιά όμως ήταν πολύ γερά χτυπημένη. Θα πήγαιναν στο Τζάνειο γιατί στον σταθμό του Ευαγγελισμού άκουσαν πως είχε μπάτσους.
Ημερολόγιο καταστρώματος (29/06/2011). Γ- Διονυσίου Αρεοπαγίτου
Ήταν οχτώ παρά όταν έφτασα στην στάση Ακρόπολη και βγήκα έξω. Πολλοί άλλοι ήταν εκεί από το Σύνταγμα ή από την μικρή περίμετρό του. Τους αναγνώριζες από το ξεραμένο Μαλόξ στο πρόσωπο (προσοχή!!! Μην το τρίψετε και μην πλυθείτε αμέσως. Καθαρίστε με μια δεύτερη δόση υγρού και αφού ξεραθεί και αυτό βγάλτε το).
«Πολύκαρπε» άκουσα μια γνωστή φωνή. Ήταν ο Φώτης. Λίγο πιο κει ο Ιάσωνας με την κοπελιά του τη Βάσια και μπροστά η Κική με τη Μάρω. Δίπλα ο Νίκος. Όλοι εργαζόμενοι ή θαμώνες στο καφενεδάκι της Κικής.
Μου εξήγησαν ότι πλησίασαν στα στενά γύρω από το Σύνταγμα αλλά δεν κατάφεραν να μπουν στην πλατεία. Παντού υπήρχαν ΜΑΤ και μηχανοκίνητα τάγματα των SS εχμ! της ομάδας ΔΕΛΤΑ και ΔΙΑΣ που τριγυρνούσαν μέσα στην πλάκα ρίχνοντας ξύλο και κάνοντας προσαγωγές. Ένας γνωστός κρότος ακούστηκε στην άκρη της Διονυσίου Αρεοπαγίτου διακόπτοντας την κουβέντα. Μα είναι δυνατόν να ρίχνουν σε τουριστικό μέρος; Πήγαμε προς τα εκεί. Μια ομάδα μηχανοκίνητων είχε ρίξει πάνω στη λεωφόρο ένα καπνογόνο, απορώ πως είχα όσφρηση ακόμη. Είχε διαλύσει ένα μικρό πλήθος για να περάσει μια βουλευτική ή υπουργική λιμουζίνα. Η δημοκρατία χρειάζεται προστασία από τους πολίτες της(;).
Μια διμοιρία ΜΑΤ ερχόταν από τους στύλους του Ολυμπίου Διός (που δεν τους έριξε κεραυνό ούτε αυτή τη φορά). Μια άλλη έμενε εκεί. Εκεί που στεκόμασταν σύντομα συγκεντρώθηκε πλήθος από ανθρώπους που απλώς ανέβαιναν προς το Σύνταγμα. Μετά από όσα γινόταν από το πρωί και έδειχναν τα κανάλια. Κάποιοι, πολλοί κάποιοι δεν είχαν τρομοκρατηθεί σύμφωνα με το σχέδιο και πήγαιναν προς τα πάνω. Όλες οι ηλικίες, όλων των ειδών.
Τα ΜΑΤ πλησίασαν στο μέσω ης απόστασης, μάλλον για να αποθαρρύνουν το πλήθος να συνεχίσει. «Μπάτσοι – γουρούνια – δολοφόνοι» ξεκίνησε ένας ηλικιωμένος δίπλα μου και άρχισαν όλοι μαζί.
«Πόσο ετών είστε;» ρώτησα κοιτάζοντάς τον.
«Ογδόντα πέντε» αποκρίθηκε.
Τα συνθήματα συνέχισαν από ένα πλήθος που μεγάλωνε καθώς και νέοι ερχόταν συνεχώς. Τότε έσκασαν μύτη οι επαναστάτες που δεν άντεχαν τον σουρεαλισμό. Άρχισε πετροπόλεμος και έπεσαν και δυο μολότωφ, μπουκάλια στη γλώσσα τους όπως άκουσα. Ήρθε και άλλη διμοιρία στους στύλους ενώ αυτή που ήταν εκεί μπήκε προς την πλάκά μαζί κάμποσους μηχανοκίνητους. Μια άλλη ομάδα από αυτούς κινήθηκε προς την Καλλιρρόης.
«Θα έρθουν από πίσω μας να μας την πέσουν» είπε κάποιος.
«Γιατί να μας την πέσουν;» έκανε νευριασμένη η Κική με μια απροσποίητη αφέλεια.
«Θέλουν και λόγο;» απαντήσαμε ταυτόχρονα εγώ και ο Φώτης.
«Δεν θέλουν λόγο;» ήταν πια εκτός εαυτού. Την καταλαβαίνω. Συγκρούεται συνεχώς η λογική με αυτό που συνέβαινε για δεύτερη μέρα.
Δεν άργησε να συμβεί αφού όντως μια ομάδα μοτοσυκλετιστών μπάτσων πέταξαν μέσα στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου ένα χημικό και επιτέθηκαν στο πλήθος, το κράτος ταυτίστηκε με το παρακράτος σκορπώντας τρόμο, προσπαθούσε σκληρά τουλάχιστον. Έτρεξα προς τα πάνω προλαβαίνοντας να μπω στα στενά της Πλάκας πριν φτάσει η διμοιρία των ΜΑΤ που ερχόταν προς το μέρος μας. Στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου το χημικό έκανε τους τουρίστες να πεταχτούν από τα τραπέζια της ταβέρνας και των καφετεριών και πήγαν να το βάλουν στα πόδια αιφνιδιασμένοι. Διαγκωνίστηκαν όμως από τους Έλληνες διαδηλωτές που σχεδόν τους ποδοπάτησαν για να ξεφύγουν από χημικά και μπάτσους. (σ.σ. Δεν είδα την καθημερινή να ρίχνει πρωτοσέλιδα δάκρυα για τον τουρισμό που πλήγεται από την παράνομη και άκρατη βία του κράτους προς τους τουρίστες. Την άλλη φορά κύριε παπαχελά).
Κινήθηκα μέχρι την Αδριανού και από την πλατεία έφτασα σε ένα εκκλησάκι. Πίσω ερχόταν κάθετα η οδός που είχα αφήσει την μηχανή. Τότε από τη γωνία σκάει μύτη μια ομάδα νεαρών (έως 30 ίσως) που έτρεχαν αλαφιασμένοι. Πίσω τους ακουγόταν σειρήνες. Πέρασαν από μπροστά μου και τους είδα καλά. Δεν ήταν μπαχαλάκηδες ούτε τίποτα «περίεργοί». Κάποιοι δεν είχαν καν τη μάσκα που φορούσα εγώ. Ξεχώριζαν μόνο από το Μαλόξ που είχε αφήσει ίχνη στο πρόσωπο.
Όταν φάνηκαν οι πρώτοι μοτοσυκλετιστές είχα καβαλήσει στο τείχος που όριζε τον περίβολο της εκκλησίας και βούτηξα μέσα. Κρύφτηκα πίσω από μια προτομή, είχε τρεις νομίζω. Οι μπάτσοι σταμάτησαν μπροστά στην πόρτα και κοίταξαν μέσα. Άκουσα έναν να φωνάζει, τον πρώτο που έστριψε και με είχε δει προφανώς, «Μπήκε μέσα, να τον πιάσουμε» ή κάτι παρόμοιο.
Πετάχτηκα και έτρεξα πίσω από την εκκλησία προς την άλλη μάντρα. Πρόλαβα να ακούσω έναν να φωνάζει «Ας τον, πάμε για τους άλλους» και άκουσα τις μηχανές να μαρσάρουν φεύγοντας, μέρος του ψυχολογικού πολέμου που ήθελαν να ασκήσουν.
Βγήκα ακριβώς εκεί που είχα αφήσει τη μηχανή. Ευτυχώς. Στην πόρτά του ADONIS στεκόταν ένα ζευγάρι με ένα παιδί, αυτή μάλλον δεύτερης γενιάς ελληνοαμερικανίδα και αυτός αμερικανός βέρος. Κοίταζαν τριγύρω, είχαν δει το κυνηγητό και άκουγαν τα χημικά και τις κρότου λάμψης στα στενά πιο κάτω.
Εκείνη τη στιγμή εμφανίζεται και ένας γέρος, 60+, που μου πιάνει την κουβέντα και εν τη ρύμη του λόγου καθώς του έλεγα ότι δεν είχαν κανένα λόγο να χτυπάνε αθώο κόσμο και απλά τρομοκρατούσαν κάνει μια το χέρι του και τραβάει ένα σουγιά.
«Αν έρθουν σε μένα χωρίς λόγο θα τους δείξω» λέει και φεύγει ήρεμα.
Μόλις έστριψε την Υπερείδου ξαναβγήκαν οι αμερικανοί που είχαν εν τω μεταξύ χωθεί μέσα έντρομοι. Μου έπιασαν αμέσως κουβέντα για τα γεγονότα και μετά από ανταλλαγή απόψεων για το σύστημα και την βία που χρειάζεται να ασκεί για να υπάρχει με ρώτησαν αν νόμιζα ότι έπρεπε να αλλάξουν ξενοδοχείο διότι από την προηγουμένη οι συγκρούσεις και ειδικά η αστυνομία τους είχε φοβίσει. Είχαν και το παιδί και ανησυχούσαν για τα χημικά.
Η απάντησή μου ήταν ότι εχθές και σήμερα το κράτος των κ.κ. GAP, Bennyζέλου, και τρυπιοΠαπουτσή θα ασκούσε όλη την βία και τρομοκρατία του για τρτρεις λόγους 1. Για να δείξει ποιος κατέχει και μπορεί να χρησιμοποιεί την ισχύ κατά το δοκούν. 2. Να τρομοκρατήσει τον κόσμο ώστε να μην κατέβουν πολλοί να δείξουν την λαϊκή αντίθεση με ότι ψήφιζαν και 3. Να το κρατήσουμε υπ’ όψιν ώστε σε ότι έρχεται να μας έχει ήδη αποτρέψει στο να μην αντιδράσουμε. Οπότε αφού σήμερα τελείωνε η ψήφιση, όπως και στις 15 Ιουνίου, θα ξαναφορούσε το κράτος το προσωπείο της ανοχής, μέχρι την επόμενη φορά. Καβάλησα και έφυγα χωρίς να γνωρίζω αν τους έπεισα να μείνουν.
Πέρασα κάθετα την Αδριανού και συνέχισα μέχρι το αδιέξοδο. Σκεφτόμουν ότι με τη μοτοσυκλέτα ήμουν εύκολος στόχος αλλά δεν ήθελα να την αφήσω. Υπολόγιζα ότι θα έβγαινα στην Ισπανική πρεσβεία και από τα σκαλιά θα έβγαινα Κουκάκι. Θα καθόμουν σε ένα φίλο να πιω λίγο νερό και κάτι άλλο και μετά θα πήγαινα σπίτι. Όμως πηγαίνοντας προς τη Δ. Αρεοπαγίτου βλέπω τις πρώτες μοτοσυκλέτες μιας ομάδας ΔΙΑΣ. Έσβησα τον κινητήρα και χώθηκα σχεδόν σε μια δάφνη με τη μηχανή και περίμενα να περάσουν. Μόλις έφυγα έστριψα τον πεζόδρομο στην είσοδο του μουσείου και πήγα μέχρι την συμβολή με την έξοδο του Μετρό. Είχα αφήσει εκεί και το σακίδιό μου με τη μάσκα, τα γάντια, τα γυαλάκια και το Μαλόξ πριν ξεκινήσει η φάση μέσα σε ένα καφάσι.
«Φίλε αν σε πιάσουν με αυτά τη γάμισες» είπε ένας τύπος που είχε ανοίξει το σακίδιο.
«Δεν έχω τίποτα παράνομο» του απάντησα κοιτώντας μη λείπει τίποτα και βάζοντάς το στην πλάτη μου.
«Εδώ βαράνε και συλλαμβάνουν άσχετους εντελώς» είπε και έφυγε κουνώντας το κεφάλι.
Λίγο παραδίπλα ξεχώρισα τη φωνή της Κικής και την είδα να φωνάζει έξαλλη.
«Οι πούστηδες» είπε μόλις με είδε, «με περικύκλωσαν και έκαναν να μου ορμίσουν φωνάζοντας ότι ‘η πουτάνα έχει κινητό και γράφει’. Τα ζώα πήγαν να με βαρέσουν και με έβριζαν γιατί μίλαγα με τον Νίκο εκείνη την ώρα. Αν δεν σήκωνα τα χέρια μου και δεν φώναζα έξαλλη ‘Πίσω – πίσω’ θα με βάραγαν όπως το παλικάρι δίπλα μου».
«Ποιο παλικάρι;» ρώτησα.
«Έναν άσχετο που ερχόταν από πάνω, από το Θησείο. Τον μπαούλιασαν τον άνθρωπο χωρίς λόγο. Του άνοιξαν το κεφάλι, τη μύτη. Χωρίς λόγο τα ζώα».
Έφυγα και πήγα στο φίλο που ανέφερα. Ήπια κανά δύο λίτρα νερό και κάμποση συμπυκνωμένη βυσσινάδα (που τρελαίνομαι). Του έβαλα χέρι που δεν κατέβηκε αλλά χάρηκα που ενώ μέχρι τότε πίστευε ότι οι φασαρίες είναι αποτέλεσμα των «αναρχικών» είχε εμπεδώσει ότι τα έκτροπα είναι ο τρόπος που έχει για να διαλύει τον κόσμο που αντιστέκεται το κράτος-παρακράτος που ζούμε.
Ημερολόγιο καταστρώματος (30/06/2011). Συμπέρασμα
Την επομένη έφευγα με την οικογένεια για μια εβδομάδα σε ένα από τα ομορφότερα μέρη της Ελλάδος. Δεν είχαμε ετοιμάσει τίποτα, ούτε των παιδιών ούτε τα δικά μας. Πρότρεχε κάτι άλλο όμως. Να κεράσω έναν καφέ τον Γιάννη στο καφενεδάκι της Κικής.
Για λόγους αρχής έπρεπε να είμαι στις εφτά στο Σύνταγμα. Ακόμη και αν δεν υπήρχε κανείς. Αλλά είχε κόσμο. Πολύ κόσμο.
«Για το πείσμα σας γουρούνια θα αντέχουμε».
Ακόμη μια φορά ήταν όλοι εκεί. Είδα ακόμη και δυο ξαδέρφες μου που είχα να τις δω ένα χρόνο. Η μία είχε έρθει από τα Γιάννενα, φοιτήτρια γαρ, με τη μάνα της να έχει έρθει για την συγκέντρωση από την Πάτρα. Η άλλη εδώ μεν και κοντά στο σπίτι μου αλλά συναντιόμαστε μόνο στην Άρτα, όταν πάω!!!
Χαιρέτησα για τις επόμενες δέκα μέρες και ομολογώ ότι το Σύνταγμα, αυτό που φορτίζει συναισθηματικά και αυτό που συμβολίζει μου έλειψε καθώς έφευγα από την πλατεία.
Πήγα στην Αμαλίας όπου άρχισα να μιλάω προς τους ΜΑΤατζήδες και να τους λέω πόσο απάτριδες είναι και πόσο τους χρησιμοποιεί ένα άθλιο κράτος για να προστατεύουν τις παρανομίες του. Και πως τους στοχοποιεί, τα λέιζερ δεν σημάδευαν την βουλή αλλά τα ΜΑΤ.
Κάποια στιγμή μεταξύ δύο πολιτών άναψε ένας καβγάς που θα τους έκανε να πιαστούν στα χέρια. Η συμβολή των ψυχραιμότερων δεν έμοιαζε να έχει αποτέλεσμα.
«Σταματήστε ρε! Θα φωνάξω την αστυνομία» φώναξα και έβαλαν όλοι τα γέλια εκτός από τους δύο τύπους που συνέχιζαν.
«Και τώρα ένα σύνθημα που όλους μας ενώνει» ακούστηκε μια φωνή από το πλήθος ενός εξαιρετικά ευφυούς-φαντάζομαι-ανθρώπου.
«ΜΠΑΤΣΟΙ-ΓΟΥΡΟΥΝΙΑ-ΔΟΛΟΦΟΝΟΙ» φωνάξαμε όλοι μαζί. Ο καβγάς απεφεύχθη και κίνησα να πάω σπίτι.
Τίποτα δεν σταμάτησε. Όλα ξεκίνησαν τώρα.
«Σπάσε την κρυστάλλινη σφαίρα. Συγκεντρωθείτε γύρω από τους νέους, εκείνοι θα μας δώσουν δύναμη» Ronnie James Dio July 10, 1942 May 16, 2010